27.3.07

Ουτοπία





τι είναι τελικά?


Είναι ένας τόπος θαυμαστός,
ανάμεσα στα γήινα θαυματουργός…?

Είναι Εκεί, όπου κάθε επιθυμία είναι εφικτή,
όπου κάθε προσδοκία δεν αργεί
να γίνει πραγματικότητα…

Γιατί Εκεί η φαντασία ζωγραφίζει
αυτό που το μάτι λαχταρά
τη μέρα και τη νύχτα ορίζει
με δικό της ΧΡΟΝΟ απόκοσμο

-Πόσο χρόνο παίρνει σε κάποιον να γκρεμίσει
το θρόνο που ο ίδιος έχει χτίσει
για έναν ανύπαρκτο "Βασιλιά" ?

Για κάποιον που ΕΣΥ ονόμασες έτσι
για να θρέψει
τα κύτταρα του μυαλού σου και της ψυχής τ' αμπάρια,
με νέκταρ που θα προσφέρει
με τις υπηρεσίες αγγέλων και άλλων δαιμόνων




ώσπου να έρθει η αρχή του ΤΕΛΟΥΣ.

-Μια στιγμή !
που θα περάσει βιαστική σα μπόρα
κι όλα θα τα'χει ρημάξει
πριν το μάτι ανοιγοκλείσει
και προλάβει να λιγοψυχήσει
μπροστά στην απώλεια


Αντίο και καλά μας ταξίδια…

Ετικέτες

23.3.07

Το κουτί της Πανδώρας
















.

Κι αφού σε διώχνω γυρίζω, σαν το σκυλί μυρίζω, ίχνη σου να βρω.
Καινούριο άρωμα φοράω, και σιγοτραγουδάω
τους στίχους που διαβάζω σ’ ένα τετράδιο παλιό.

Την πρώτη φορά
είχα εγώ το κλειδί, το σκέφτηκα πολύ
το γύρισα δυο φορές
και το πέταξα στη θάλασσα.
Μ’ αφού εκείνη αποφασίζει
τι καταπίνει με βουλιμία και τι ξερνά στη στεριά
σα μπουκάλι με μήνυμα το ταξιδεύει και σαν ο χρόνος τελεύει
στα χέρια μου το γυρνά

Και πες μου πως ν’ αγνοήσω της μοίρας το παιχνίδι να ορίσω…

Χωρίς να το πολυσκεφτώ
το κουτί ανοίγω

αλήθεια πώς…

Είχα ξεχάσει σε τι χρησιμεύει
και ποσά πάθη ξυπνά
μα του ανθρώπου η περιέργεια
είναι ικανή να φέρει τη συντέλεια αλλά και τον παράδεισο.

Τα μαύρα μου φτερά θα φορέσω
θα βάψω την καρδιά μου με χρώμα μωβ οικείο
κι όλα αυτά που μοιάζουν με κακόγουστο αστείο
θ’ αφήσω πίσω και θα’ ρθω.
Έφτασε η ώρα που θα παλέψω με το τώρα
για ένα λάθος παλιό.
Το κουτί της Πανδώρας στη γωνιά της αιώρας με τα όνειρα
παραμονεύει ανοιχτό
και πάλι

Το ξέρω πως μέσα σου δε θέλεις
το είδες το περιεχόμενο και ξέρεις
πως θέλει δύναμη περίσσεια να τα βάλεις με την αλήθεια.

Μα κάποια πράγματα είναι υπεράνω λογικής και τάξης
αφού τα ορίζουν οι πράξεις
κι εγώ τα ακολουθώ

Το κλειδί σου δίνω λοιπόν εσύ να ορίσεις το παρόν
Που ρίζωσε σ’ ένα ξεχασμένο παρελθόν
Κι έβγαλε καινούρια κλαδιά σ’ ένα άγνωστο μέλλον

Κι όπως λέει και ο μύθος

ανεξάρτητα απ’ το ήθος

Η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία

Ετικέτες

12.3.07

Όνειρο η βουτιά στην πραγματικότητα

περπατώ ανάμεσα σε φίδια
μέσα στους κύκλους των κορμιών τους
πατώ στις μύτες των ποδιών
μυρίζοντας το δηλητήριο τους

μικρά –μεγάλα χονδρά και λεπτά
μα τόσο φαινομενικά αδικημένα
καταδικασμένα αιώνια
να σέρνονται δεκάδες στο χωμάτινο πάτωμα

κανένα δε με αγγίζει
μα ούτε κι εγώ
κανένα δε με δαγκώνει
ούτε κι εγώ

δραπετεύω απλά και χωρίς φόβο
από το λαδοπράσινο δάσος
έξω απ’ τον κύκλο της γιορτής
που η φυσική μου οικογένεια έχει στήσει
την τελετή του ράβδου

αλλά χρώματα, άδεια χώματα πατώ
και μια τιγρούλα σαν μεγάλη σπιτική γατούλα
να μου τρίβεται στα πόδια τώρα
μα νομίζω με παρακολουθούσε όλη αυτή την ώρα…

εφαρμόζει τη δική της ιεροτελεστία ξελογιάσματος
θέλει χάδι και παιχνίδι
με το ζεστό της τρίχωμα για στολίδι
με προκαλεί μα εγώ διστάζω

σκέφτομαι «να προσέχω»
η φύση της εξάλλου είναι άγρια
αδάμαστη και απρόβλεπτη
σαν το άλλο μου εγώ, επικίνδυνη…

παίζουμε ώρα το παιχνίδι της αναγνώρισης
να με καλεί να την εμπιστευτώ
κι εγώ να θέλω μα το χάδι μου να συγκρατώ

ώσπου ο δισταγμός μου ξαφνικά
βγαίνει απ’την έξοδο κινδύνου
δε με νοιάζει τι θα γίνει πια
το ένστικτο μου εξαπατά το φόβο μου

και βάζω τα χέρια δοκιμαστικά
μέσα στο στόμα της κλεισμένα σε γροθιά

δεν προλαβαίνω να τρομοκρατηθώ
αρχίζει να με δαγκώνει ξανά και ξανά

μα τόσο απαλά σαν χάδι

δοκιμάζει την εμπιστοσύνη μου ενώ μου δείχνει τη δική της

κι ανοίγω τα χέρια χαλαρά
χαϊδεύω την απαλή γούνα
και αφήνω να με γλύφει όπως ο σκύλος από ευγνωμοσύνη
όταν του δίνεις τροφή ή όταν του λες καλημέρα

η τίγρης δαμάστηκε το ίδιο κι ο φόβος μου

η καρδιά μου δυνάμωσε
κι εγώ της ψιθυρίζω
«φύγε τώρα όλα είναι εντάξει, γύρισε πίσω πριν να χαράξει»

μια οικεία φωνή που δεν αναγνώριζα όμως μου λέει
«για να τη διώξεις πρέπει να φύγεις εσύ
ακολούθησε το μονοπάτι που οδηγεί
εκεί που δεν έχεις ξανάπαει, ούτε κι αυτή
εκεί όπου να σε ακολουθήσει δε θα μπορεί»

άρχισα να κατηφορίζω μισοξυπνημένη
στο δρόμο που οδηγούσε σε έναν κόσμο
καινούριο και άγνωστο
έβλεπα τα φώτα του από μακριά
κι αναρωτιόμουν καθώς απομακρυνόμουν
τι μου επιφυλάσσει η μοίρα
σ’ εκείνο τον καινούριο τόπο
τι ανθρώπους θα συναντήσω
και ποια θα είμαι εγώ…

τελευταία σκηνή:

κοντοστέκομαι
κοιτάζω πίσω
ένα βήμα πριν να στρίψω…

η τίγρης είναι εκεί
διακριτικά και από απόσταση
μα με ακολουθεί

8.3.07

μήνυμα

Κοιμόμουν έναν ύπνο βαθύ.
Ερωτευμένη με το Μορφέα βλέπεις...

Εγώ δεν έβλεπα
ούτε καν όνειρα
παρόλο που αυτά δεν κοιμούνται ποτέ.

μέχρι που είδα

Σαν βρέθηκε

ένας φάκελος με τετράδια γραμμένα που νόμιζα χαμένα
στα χέρια μου να καίει σαν σιρόπι
από λιωμένη ζάχαρη που μόλις έβγαλα απ' τη φωτιά.

Σαν άλλο κουτί της Πανδώρας…

Οι λέξεις σου πληγή
σαν από στιλέτο εκεί αριστερά
ή μήπως δεξιά?
Στη μεριά της καρδιάς

και χάπι επαναφοράς της μνήμης
για αμαρτίες θαμμένες
που είχα πεθαμένες.

Φουρτούνα κι αντάρα στην ψυχή !
Δραπέτευσα απ'το νησί του λήθαργου
όπου είχα αυτοεξοριστεί.

κι από τότε…

Θεοί και Δαίμονες προσωπικοί
παλεύουν για τη νίκη
κι όχι για τον αγώνα.

Μα μέσα στο φάκελο και πάλι θα σε κλείσω
με καινούριες μουσικές θα σε διαλύσω
το χρέος μου δεν είναι να κοιτάω πίσω
ούτε κι ο προορισμός.

Αυτή τη φορά που θα κοιμηθώ
τα όνειρα μου θα τα θυμηθώ
μια θάλασσα την αγκαλιά μου.

Μα κι αν εσύ φοβηθείς
απ’τα βαθιά νερά μου μη πνιγείς
δίκιο θα έχεις.

Καρτερικά καλύτερα να περιμένεις…

την ώρα της άμπωτης

Το φεγγάρι να με γιατρέψει
την ψυχή να γαληνέψει
και σαν Άνθρωπο να με διαλέξει

…στοργικά να σ’ αγκαλιάσω.

3.3.07

τίποτα

να που το δοκίμασες κι αυτό
και τι έγινε?
τίποτα
ένιωσες κάτι?
τίποτα
έμαθες κάτι?
τίποτα
έδωσες κάτι?
τίποτα
αλάφρωσες απ'το βάρος?
οχι
ενα τίποτα κι ενα άλλο τίποτα
δεν κάνουν ενα ολόκληρο
ανούσιες πράξεις απόκληρες συναισθήματος

2.3.07

Όταν...

12:00-3:00
με 3 ώρες ύπνο
...
τυπώνεις ξυλογραφία με τρία χρώματα
μετά απο 1μιση χρόνο
με ελλιπή υλικά
στο μοναδικό χαρτί που έχεις
γιατί στην αγορά δεν υπάρχει δεύτερο
αφού λεει έχουν μπλοκάρει το εμπόρευμα στο τελωνείο...
...
ενώ γενικά το σύμπαν έχει τις μαύρες του
και συνεννόηση δεν παίζει ούτε για καλημέρα
...
τοτε σκέφτεσαι
...
κάποιος φύλακας άγγελος θα με λυπήθηκε
και θα με καθοδήγησε
...
...
...
(μαμά δε θέλω να πάω σχολείο αύριο)
...
who's online